Αρχεία Ιστολογίου

Λάπωνες

 

assets_large_t_420_11208671

Ευρωπαϊκή εθνότητα, που αυτοονομάζονται Σαάμοι. Παρουσιάζει μορφολογική διαφορά από τις άλλες εθνότητες της Ευρώπης. Έχουν χαμηλό ανάστημα, δέρμα κίτρινο προς μελαχρινό, πρόσωπο πλατύ, κρανίο βραχυκέφαλο και μαλλιά σκούρα. Η μύτη τους είναι κοντή, πλατιά και λίγο ανασηκωμένη. Μιλούν τη σααμική γλώσσα. Ανήκουν στη λουθηρανική (Σκανδιναβοί) και στην ορθόδοξη (της Ρωσίας) Εκκλησία. Μερικοί πιστεύουν σε διάφορες ανιμιστικές δοξασίες. Πολλοί έχουν εκπολιτιστεί, άλλοι εξακολουθούν να ζουν νομαδική ζωή και να εκτρέφουν τάρανδους. Μένουν σε κινητές κωνικές σκηνές από δέρμα ταράνδων. Οι εγκατεστημένοι μόνιμα σκεπάζουν τα σπίτια τους με φλούδες δέντρων, με κλαδιά και λάσπη. Η μεταφορά γίνεται με έλκηθρα, που σύρονται από ταράνδους. Στη Ρωσία είναι όλοι μόνιμα εγκατεστημένοι και ασχολούνται με το ψάρεμα και το κυνήγι. Ζουν στην περιοχή του Μουρμάνσκ.

Οι Λάπωνες έχουν ανάστημα κοντό (από 1,20-1,50 μ) και ασχολούνται με το κυνήγι και το ψάρεμα. Οι ίδιοι ονομάζονται Σαμπέ. Για μεταφορικό μέσο χρησιμοποιούν το έλκηθρο, το οποίο, εκτός από τα σκυλιά, το σέρνουν και οι τάρανδοι.

Το δέρμα τους είναι μελαχρινό κίτρινο, το πρόσωπό τους πλατύ με εξέχοντα ζυγωματικά και το κεφάλι του βραχύ. Έχουν μικρά πόδια και χέρια  και ίσια μαλλιά.

Η γλώσσα τους είναι η σααμική και κυριότερες θρησκείες τους είναι λουθηρανισμός, η ορθοδοξία και οι ανιμιστικές δοξασίες.Ζουν νομαδική ζωή κι ασχολούνται κυρίως με την εκτροφή ταράνδων, αν και μερικοί έχουν αποκτήσει σκανδιναβικό τρόπο ζωής. Οι τάρανδοι είναι για τους Λάπωνες πολύτιμα ζώα, γιατί απ’ αυτούς παίρνουν το κρέας τους και το δέρμα.

Επειδή η περιοχή που ζουν έχει πολικό κρύο, ντύνονται με δέρματα ταράνδου και τρέφονται με το κρέας των ταράνδων και τα ψάρια.

Όσοι μένουν μόνιμα κάπου, φτιάχνουν ξύλινα σπίτια και τα σκεπάζουν με φλοιούς δέντρων, κλαδιά, λάσπη κτλ.

Οι πρόχειρες καλύβες τους (όταν μετακινούνται) έχουν σχήμα κώνου, που τις φτιάχνουν από λεπτούς πασσάλους, που ενώνονται στην κορυφή και σκεπάζονται με δέρματα ταράνδων.

Ένα μέρος των Λαπώνων έχει εγκαταλείψει τη νομαδική ζωή, και απορροφάτε σιγά σιγά από τον πληθυσμό του κράτους που ανήκει. 

 

«Κραυγές» και ουρλιαχτά στην Τούνδρα

Η έντονη διαμάχη έχει ξεσπάσει ανάμεσα στους ντόπιους Λάπωνες (Σάαμι στη γλώσσα τους) και στις Βρυξέλλες, καθώς η Ε.Ε. προσπαθεί να επιβάλει έναν αυξανόμενο πληθυσμό λύκου, στη ζώνη βόσκησης του ταράνδου.

Η «μάχη» ανάμεσα στους κυρίαρχους θηρευτές της τούνδρας -ανθρώπους και λύκους- για επικράτηση και επιβίωση, είναι τόσο παλιά όσο και ο πολιτισμός των Σάαμι, που μετριέται σε χιλιάδες χρόνια.

Οι Σάαμι είναι άνθρωποι περήφανοι και ανεξάρτητοι. Πάντα ήταν νομάδες και ποτέ δεν εξαρτήθηκαν από κάτι άλλο, εκτός από τη φύση και τα ζώα τους. Μια φύση που τη διαφύλαξαν ατόφια και αμόλυντη σαν «κόρη οφθαλμού».

Ισως σπεύσουν κάποιοι δικοί μας να θυμηθούν το γνωστό επιχείρημα… «όταν αυτοί ζούσαν σε σπηλιές, εμείς φτιάχναμε παρθενώνες!».

Ο Παρθενώνας των Σάαμι όμως είναι η επιβίωση του ανθρώπινου είδους σε εχθρικές και ακραίες καιρικές συνθήκες, με μόνο όπλο τη δική τους εφευρετικότητα. Ο πολιτισμός τους γέννησε γλώσσα, τέχνη, γραφή, μουσική, μοτίβα, χρώμα και τραγούδι, όλα «παντρεμένα» και σε απόλυτο σεβασμό με τη μάνα γη.

Οι Λάπωνες είναι κτηνοτροφικός λαός. Ο τάρανδος είναι για τους Λάπωνες ό,τι το μοσχάρι για τους Αμερικανούς, το πρόβατο για τις στέπες της Ασίας και το κατσίκι για τη Μεσόγειο. Ο τάρανδος δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα εξημερωμένο αρκτικό ελάφι, ελευθέρας βοσκής.

Ανθρώπινη επιλογή χιλιάδων χρόνων έχει δημιουργήσει ένα ζώο ήμερο, όσο ήμερα είναι και τα κατσίκια ελευθέρας βοσκής στα δικά μας βουνά. Μόνο που εκεί το σύστημα διαχείρισης είναι πιο μελετημένο και επιστημονικό. Απουσιάζει η απληστία, η αδιαφορία που χαρακτηρίζει τη δική μας ορεινή «διαχείριση» (ευφημισμός η χρήση αυτής της λέξης…).

Η οικονομία τεράστιων περιοχών που κατοικούνται από Σάαμι στηρίζεται αποκλειστικά στην εκτροφή ταράνδων. Πρόκειται για μια αμιγώς τροφοσυλλεκτική κοινωνία, που ενώ στηρίζεται ακόμα σε αρχέγονους πόρους το κάνει με σεβασμό στην αειφορία.

Η εκτροφή ταράνδων γίνεται σε όλη την Αρκτική με όμοιες μεθόδους. Οι τάρανδοι είναι πάντα ελευθέρας βοσκής. Τρέφονται με λειχήνες που σκάβουν για να τις βρουν στο χιόνι, είτε τις βρίσκουν στην τούνδρα το καλοκαίρι. Κινούνται σε διαφορετικά υψόμετρα ανάλογα τη χιονοκάλυψη, αλλά σπάνια πια τα κοπάδια των ταράνδων μεταναστεύουν, όπως τότε που οι παλιοί σκηνίτες βοσκοί ακολουθούσαν την πορεία των ζώων.

Γενικά το σύστημα βόσκησης μπορεί να είναι από παρακολουθούμενο έως ελευθέρας βοσκής, χωρίς όμως την αυστηρή επιτήρηση που πρακτικά είναι αδύνατη σε αυτά τα ζώα.

Στο τέλος του φθινοπώρου μαζεύουν τα σκόρπια ζώα με ελικόπτερα από τα βουνά και τα οροπέδια και τα οδηγούν σε τεράστιες κλειστές περιοχές.

Εκεί επιλέγουν ποια θα πάνε για σφαγή, ποια θα κρατηθούν για αναπαραγωγή και ποια θα στειρωθούν. Αυτά τα «κομμένα» αρσενικά ημερεύουν σημαντικά, οπότε τα χρησιμοποιούν για αγώνες ελκήθρων και ως υποζύγια για το μάζεμα των άγριων.

Τα σαρκοβόρα…
Τα μαντριά των Σάαμι είναι απομονωμένες φάρμες στις ερημιές της Αρκτικής, όπου η οικογένεια κατοικεί όλο τον χρόνο ακολουθώντας τον ρυθμό ζωής των ταράνδων.

Σε αυτές τις ερημιές η παρουσία της αρκούδας είναι έντονη, αλλά αδιάφορη.

Οι αρκτικές αρκούδες λόγω της μάλλον πλούσια σε βατόμουρα χλωρίδας, δεν δημιουργούν ιδιαίτερα προβλήματα με επιθέσεις, ούτε σκοτώνουν ταράνδους.

Με τους λύκους όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά. Τους κυνηγούσαν κυρίως τον χειμώνα με τα μεγάλα κρύα, αλλά πώς ήταν δυνατόν ένας άνθρωπος να κυνηγήσει και να προφτάσει έναν λύκο;

Οι Σάαμι τους κυνηγούσαν με χιονοπέδιλα ιχνηλατώντας τους στο χιόνι. Τον χειμώνα με τους πάγους, όταν η θερμοκρασία δεν ανεβαίνει πάνω από το μηδέν για συνεχόμενες εβδομάδες, όλα τα νερά παγώνουν. Ο λύκος σε αυτές τις συνθήκες δεν βρίσκει νερό και υποφέρει από δίψα! Τους καταδίωκαν λοιπόν για ώρες στο παχύ χιόνι, μέχρι να τους προλάβουν λαχανιασμένους και να τους σκοτώσουν με το μαχαίρι, ή με ένα κοντό ακόντιο!

Βέβαια, η χρήση πυροβόλου όπλου τον τελευταίο αιώνα, έκανε το κυνήγι τους πιο επιτυχημένο και την τούνδρα πιο ασφαλή για τους ταράνδους. Διατηρούσαν έτσι τους λύκους σε ένα επίπεδο μεμονωμένων σκόρπιων ζώων που δεν είχαν αποτελεσματική «κυνηγετική» συμπεριφορά προς τους ταράνδους.

Η δημιουργία όμως οργανωμένων αγελών λύκων μπορεί να προκαλέσει τεράστια προβλήματα στις οικονομίες αυτές που είναι τόσο ευάλωτες, όσο και το αρκτικό περιβάλλον. Και οι συνθήκες απόλυτης προστασίας αυτό ακριβώς καταφέρνουν. Τη δημιουργία μεγάλων αγελών λύκων!

Οι επιθέσεις…
Η αντίδραση ξεκίνησε από τις νοτιότερες ζώνες του δάσους. Εκεί έχουν εγκατασταθεί ήδη αγέλες λύκων που προκαλούν σημαντικά προβλήματα. Επιθέσεις σε κοπάδια προβάτων με σφαγές δεκάδων ζώων, οδήγησαν τους Νορβηγούς να πιέσουν προς την κυβέρνηση και να κυνηγήσουν τις επιθετικές αγέλες, ξεσηκώνοντας την κατακραυγή ξένων κυρίως οικολογικών οργανώσεων.

Επιθέσεις σε φάρμες με άλογα αξίας, επιθέσεις σε κυνηγετικά σκυλιά και τέλος επιθέσεις σε οικόσιτα σκυλιά. Οι λύκοι αναπτύσσουν τακτικά μια συμπεριφορά επιθέσεων σε σκυλιά κυνηγιού. Στήνουν καρτέρι και σκοτώνουν ιχνηλάτες στην καταδίωξη του λαγού, ή σπιτς σε καταδίωξη άλκης.

Τα σκυλιά αυτά γαβγίζουν όταν καταδιώκουν και γίνονται εύκολος στόχος. Μετά ήρθε η σειρά των σέττερ που κυνηγούν αγριόγαλους. Υπάρχουν ζώνες στη νότια Σουηδία που οι κυνηγοί σταμάτησαν το κυνήγι μπροστά στον κίνδυνο να χάσουν τα σκυλιά τους, που εκεί πάντα είναι μέλη της οικογένειας!

Η κατάσταση αυτή οδήγησε κάποιους να ιχνηλατήσουν στις συχνότητες που εξέπεμπαν λύκοι με ραδιοπομπούς και να τους σκοτώσουν.

Γενικές πληροφορίες

Τον προηγούμενο αιώνα στη συμβολή των ποταμών Οουνασγιόκι και Κεμιγιόκι αναπτύχθηκε το Ραβανιέμι, η πρωτεύουσα της Λαπωνίας, ένα σημαντικό εμπορικό κέντρο για τη Βόρεια Φινλανδία. Το Ροβανιέμι βρίσκεται στον Αρκτικό Κύκλο Lat: N 66º 32′ 38.34″ Long: E 25º 50′ 39.37″. Το υψόμετρο του Ροβανιέμι είναι στα 80-200 μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας και η Ζώνη Ώρας είναι Μέση Ώρα Γκρίνουιτς + 2:00 (GMT+ 2).

Η έκταση της πόλης είναι 8.017,2 τ.χλμ., από τα οποία οι εκτάσεις γης αναλογούν σε 7.583,32 τ.χλμ. Ο συνολικός πληθυσμός πλησιάζει τους 60.000 κατοίκους αλλά ο αριθμός αυξάνεται. Κατά μέσο όρο σε κάθε τετραγωνικό χιλιόμετρο της αστική περιοχής αναλογούν επτά κάτοικοι.

Το Οικόσημο του Ροβανιέμι

20070521102244

«Ένα ασημένιο οικόσημο σε σχήμα Υ σε πράσινο φόντο, με τις άνω διακλαδώσεις του να διατάσσονται εναλλάξ σαν αστροπελέκια, με μια χρυσή φλόγα ψηλά στο κέντρο. Το σχήμα Υ συμβολίζει τη συμβολή των ποταμών Kemijoki και Ounasjoki, με τους κεραυνούς να περιγράφουν τους υδροηλεκτρικούς σταθμούς. Η φλόγα συμβολίζει  ένα σινιάλο που συχνά αναβόταν στις κορυφές λόφων γύρω απ’ τις όχθες των ποταμών, όταν η περιοχή ήταν κάτω από την απειλή κατακτητών.» Toivo Vuorela (1956).

Οκτώ Εποχές

20080612093945

Οι τέσσερις εποχές δεν ήταν αρκετές για τους Λάπωνες και τους Σάμι του παρελθόντος. Συνεπώς, δόμησαν το χρόνο σε οκτώ περιόδους: φθινόπωρο- χειμώνας, χειμώνας, άνοιξη- χειμώνας, άνοιξη, άνοιξη-καλοκαίρι, καλοκαίρι-φθινόπωρο και φθινόπωρο. Έτσι με αυτόν τον τρόπο, οι τέσσερεις κύριες εποχές συμπληρώνονταν από τέσσερις «ημι-εποχές». Οι ζεστές, φεγγαρόλουστες νύχτες του Αυγούστου ανήκουν στο καλοκαίρι, αλλά ο Αύγουστος έρχεται με μια δόση οξύτητας και ένα διαπεραστικό, μελαχγολικό φως. Χρειάζονται μονάχα δυο-τρεις ψυχρές και παγωμένες νύχτες και το φθινόπωρο-καλοκαίρι δίνει τη θέση του στο φθινόπωρο. Όταν τα φύλλα αρχίζουν να πέφτουν και οι λίμνες καλύπτονται από ομίχλη και πάχνη τη νύχτα, τότε το φθινόπωρο έχει έρθει για τα καλά αν και δεν είμαστε ακόμη στο φθινόπωρο-χειμώνα.

   

 

Βεδουίνοι

bedouin_resting1

Η ονομασία Βεδουίνος, που προέρχεται από την αραβική λέξη badawī (αραβικά: بدوي ), που σημαίνει γενικά αυτόν που βαδίζει στην έρημο, αποτελεί έναν όρο που αποδίδεται κυρίως σε νομαδικές αραβικέςφυλές βοσκών, οι οποίες εντοπίζονται σε όλο το μήκος των εκτάσεων που καλύπτει η έρημος, από τις ακτές της Σαχάρα στον Ατλαντικό μέχρι τη Χερσόνησο του Σινά και ανατολικά την Αραβική έρημο.

Αλλαγή τροπου ζωής

Με αφετηρία τις δεκαετίας του ’50 και του ’60, πολλοί Βεδουίνοι εγκατέλειψαν την παραδοσιακή νομαδική ζωή κι αποφάσισαν να ζήσουν και να εργαστούν στις πόλεις της Μέσης Ανατολής. Για παράδειγμα, στη Συρία ο παραδοσιακός τρόπος ζωής των Βεδουίνων σχεδόν έληξε με μια μεγάλη περίοδο ξηρασίας από το 1958 έως το 1961, που ανάγκασε πολλούς Βεδουίνους να παρατήσουν τα κοπάδια τους και να αναζητήσουν κανονικές δουλειές. Παρομοίως, η κυβερνητική πολιτική της Αιγύπτου, η παραγωγή πετρελαίου στη Λιβύη και στον Κόλπο κι η έντονη επιθυμία για καλύτερες συνθήκες ζωής ώθησαν τους περισσότερους Βεδουίνους εκτός της νομαδικής ζωής κι έτσι αποτελούν κανονικούς πολίτες διαφόρων χωρών.

Παραδοσιακός τρόπος ζωής

Οι Βεδουίνοι χωρίζονταν σε συγγενικές φυλές, οι οποίες ήταν οργανωμένες σε κάποια επίπεδα. Ένα διάσημο ρητό των Βεδουίνων λέει: «Εγώ εναντίον των αδερφών μου, εγώ και τ’ αδέρφια μου εναντίον των ξαδέρφων μου, εγώ και τ’ αδέρφια και τα ξαδέρφια μου ενάντια σε όλο τον κόσμο«.

Μια τυπική οικογένεια (ή Σκηνή) αποτελούνταν από τρεις ή τέσσερις ενήλικες (το ανδρόγυνο κι οι γονείς ή τα αδέρφια) και έναν απροσδιόριστο αριθμό παιδιών. Ακολουθούσαν ημι-νομαδικό τρόπο ζωής, μεταναστεύοντας καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους ανάλογα με τους υδάτινους και τους γεωργικούς πόρους. Στις Βασιλικές φυλές κατά παράδοση εκτρέφονταν καμήλες, ενώ στις άλλες φυλές γιδοπρόβατα.

Όταν υπήρχαν άφθονοι πόροι, ταξίδευαν πολλές Σκηνές μαζί σαν goum. Οι ομάδες αυτές συνήθως συνδέονταν με πατριαρχικούς δεσμούς, αλλά και μέσω γάμων, καθώς οι νέες σύζυγοι συνήθως ακολουθούνταν από άνδρες συγγενείς στη νέα φυλή, και μέσω απλών γνωριμιών με τη φυλή.

Το επόμενο επίπεδο στις ομάδες των φυλών ήταν το ibn amm, συνήθως ένα σύνολο ανθρώπων από 3 έως 5 γενιές. Συχνά συνδέονταν με τα goum. Ενώ τα goum όμως είχαν παρόμοια κοπάδια, οι ομάδες ibn amm ασχολούνταν με ξεχωριστές οικονομικές δραστηριότητες, υποστηρίζοντας όμως τα μέλη τους σε περίπτωση οικονομικής αποτυχίας.

Το επόμενο ιεραρχικό επίπεδο ήταν ολόκληρη η φυλή, αρχηγός της οποίας ήταν ένας Σεΐχης. Ολόκληρη η φυλή συχνά προβάλλει την καταγωγή της από έναν κοινό πρόγονο, εφόσον υφίστατο πατριαρχική δομή μέσα στις επιμέρους ομάδες. Η φυλή ήταν το ιεραρχικό επίπεδο ανάμεσα στους Βεδουίνους και τις τοπικές οργανώσεις και κυβερνήσεις.

Φυλές των Βεδουίνων

Αρκετές φυλές Βεδουίνων υφίστανται επί του παρόντος, αλλά ο συνολικός πληθυσμός τους δύσκολα μπορεί να εκτιμηθεί, καθώς πολλοί Βεδουίνοι έχουν εγκαταλείψει τη νομαδική ζωή. Κάποιες από τις φυλές είναι οι εξής:

          Φυλή Alataway. Ζει στο βορειοδυτικό τμήμα της Σαουδικής Αραβίας.

          Φυλή Aniza. Είναι η μεγαλύτερη φυλή Βεδουίνων, γύρω στα 700.000 μέλη, και ζουν        στη βόρεια Σαουδική Αραβία, στο δυτικό Ιράκ και τη Συρία.

          Φυλή Rwala. Μεγάλη φυλή της Aniza, που ζει στη Σαουδική Αραβία, αλλά έχει επεκταθεί μέσω της Ιορδανίας στη Συρία και το Ιράκ.

          Φυλή HoweitatΙορδανία.

          Φυλή Beni SakhrΣυρία και Ιορδανία.

          Φυλή Al MurrahΣαουδική Αραβία.

          Φυλή Bani Hajir, ζει στη Σαουδική Αραβία και τα ανατολικά κράτη του Κόλπου.

          Φυλή Bani Khalid. Ζει στην Ιορδανία, το Ισραήλ, την Παλαιστίνη και τη Συρία.

          Φυλή Shammar. Είναι η δεύτερη μεγαλύτερη φυλή Βεδουίνων και ζει στη Σαουδική Αραβία και στο κεντρικό και δυτικό Ιράκ.

          Φυλή Al-Ajman, ζουν στην ανατολική Σαουδική Αραβία και σε άλλα κράτη του Κόλπου

          Φυλή SudairΣαουδική Αραβία

          Φυλή Al-Duwasir, νότιο Ριάντ και Κουβέιτ.

          Φυλή Subai’aΚουβέιτ.

          Φυλή Harb, μεγάλη φυλή που ζει γύρω από τη Μέκκα.

          Φυλή Juhayna. Μεγάλη φυλή, της οποίας πολλοί πολεμιστές υπηρέτησαν ως μισθοφόροι στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο τον Πρίγκιπα Φεϊζάλ. Ζει στην περιοχή της Μέκκας και επεκτείνεται μέχρι τη νότια Μεδίνα.

Εσκιμώοι

 

eskimo_family_ngm-v31-p564

Λέγονται οι κάτοικοι των αρκτικών περιοχών της Αμερικής και της Γροιλανδίας, που παρέμειναν απομονωμένοι κατά την περίοδο των μεγάλων μεταναστεύσεων.

Είναι απόγονοι της νομαδικής φυλής των Τουλ (Thule) που εμφανίστηκαν στην Αλάσκα το 1000 μ.Χ. και μετακινήθηκαν στη δυτική Γροιλανδία μετά από τρεις αιώνες (1300μΧ) και λίγο αργότερα, το 1400 μ.Χ. στην ανατολική.

Οι Εσκιμώοι ανήκουν στη φυλή των Ιννουϊτιδών. Είναι άνθρωποι χαμηλού ή μέσου αναστήματος, με ελαφρά κίτρινο δέρμα και χαρακτηριστικά σχιστά μάτια. Κατοικούν σε μερικές περιοχές της Γροιλανδίας, στη γη του Μπάφφιν, στο βορειοδυτικό Καναδά, στην Αλάσκα ακόμη και στις Β.Α. περιοχές της Ασίας. Τα μαλλιά τους είναι ίσια, πυκνά και μαύρα και σε συνδυασμό με τα άλλα χαρακτηριστικά τους προσδίνουν στους Εσκιμώους χαρακτηριστικά μογγολικής καταγωγής.

Παρόλο που ο πολιτισμός έχει αρχίσει να πλησιάζει προς τις άγριες αυτές περιοχές, οι Εσκιμώοι διατηρούν ακόμα αρκετό από τον πρωτογονισμό τους. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια χρησιμοποιούσαν τις γυναίκες τους σαν εμπόρευμα που ήταν εύκολο να πουληθεί και να αγοραστεί. Τα ρούχα τους, αν και σιγά σιγά το ύφασμα αρχίζει να μπαίνει στη ζωή τους, αποτελούνται κυρίως από δέρματα αρκούδας, φώκιας και αλεπούς. Η φώκια εκτός του ότι τους προσφέρει το δέρμα και το κρέας της, τους είναι χρήσιμη για τα κόκαλά της πάνω στα οποία χαράζουν παραστάσεις κυνηγιού και τα εμπορεύονται.

Το τόξο, που χρησιμοποιούσαν παλιά για κυνήγι, έχει τώρα αντικατασταθεί από το τουφέκι, αλλά για το κυνήγι υδρόβιων ζώων εξακολουθούν να χρησιμοποιούν το παράξενο καμάκι τους. Το καμάκι αυτό έχει μια ανεξάρτητη αιχμή φτιαγμένη συνήθως από κόκαλο, που αποχωρίζεται από το ξύλο, όταν κτυπηθεί ένα ζώο. Η αιχμή αυτή είναι δεμένη με μια σημαδούρα, για να μπορεί ο κυνηγός να παρακολουθεί τις κινήσεις του πληγωμένου ζώου.

Κύριος σύντροφος της ζωής τους είναι η βάρκα τους και τα σκυλιά τους. Τα σκυλιά των Εσκιμώων έχουν πάρα πολύ καλή όσφρηση και τους βοηθάνε στο κυνήγι τους. Η δύναμή τους επίσης είναι μεγάλη και βοηθάνε τον Εσκιμώο στη μετακίνησή του σέρνοντας το έλκηθρό του. Οι βάρκες τους χωρίζονται σε τρία είδη. Το καγιάκ, η πιο ονομαστή βάρκα των Εσκιμώων, η οποία είναι φτιαγμένη για έναν επιβάτη. Η ουμάνα, από δέρμα φώκιας ή ξύλο για τη μεταφορά όλης της οικογένειας και η μηχανοκίνητη για το κυνήγι τους.

Οι Εσκιμώοι κατοικούν μέσα σε σκηνές από δέρμα φώκιας ή τάρανδου. Το χειμώνα και σε ορισμένες περιοχές φτιάχνουν τα περίφημα παγόσπιτά τους, τα «ιγκλού». Για να ζεσταθούν, καίνε το λάδι της φώκιας.

Κατοικούν σε παράξενες καλύβες χωμένες στο έδαφος ή στο χιόνι. Εξωτερικά είναι σκεπασμένες με κλαδιά και λάσπη, ενώ ο σκελετός τους αποτελείτε συνήθως από κόκαλα φάλαινας και κλαδιά και είναι επενδυμένος με σανίδια ή δέρματα. Φτιάχνουν επίσης και κυκλικές καλύβες με πάγο (ιγκλού) και επενδυμένες με δέρματα, αλλά αυτές τις χρησιμοποιούν είτε ως δεύτερες κατοικίες είτε κατά τις μετακινήσεις τους. Το καλοκαίρι χρησιμοποιούν αποκλειστικά σκηνές από δέρματα.

Χαρακτηριστικό είναι ότι ως μεγαλύτερα εγκλήματα θεωρούνται από τους Εσκιμώους το ψέμα και η κλοπή. Όποιος ψεύδεται ή κλέβει, περιφρονείται απ’ όλους και θεωρείτε παρείσακτος της κοινωνίας τους.

Η θρησκεία τους είναι αξιοπερίεργη. Παρόλο ότι πιστεύουν σε ανώτερα όντα, καλά ή κακά, δεν υπάρχει καμιά εκδήλωση λατρείας γι’ αυτά. Σήμερα μεγάλος αριθμός Εσκιμώων έχει εκχριστιανιστεί. Υπάρχουν σήμερα περί τις 50.000 που μιλούν ιδιαίτερη γλώσσα που διαθέτει πάρα πολλές διαλέκτους. Έχουν έντονες καλλιτεχνικές τάσεις.